Όχι άλλες ψευδοεπαναστάσεις στην παιδεία
Η πρόταση για να γίνει η χώρα μας ένα Διεθνές Κέντρο Εκπαίδευσης ήταν τόσο ελκυστική, που βρίσκομαι με χαρά ενώπιόν σας, για να την υποστηρίξω κι εγώ με τις δυνάμεις μου. Και το ερώτημα που τίθεται είναι: Γιατί μέχρι τώρα δεν μπόρεσε να γίνει;
– Δεν έχουμε άραγε το επιστημονικό προσωπικό;
– Δεν έχουμε τη διαχρονική ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό;
– Δεν έχουμε την κατάλληλη γεωγραφική θέση;
– Δεν έχουμε το δημοκρατικό πολίτευμα, την πατροπαράδοτη φιλοξενία, τις φυσικές ομορφιές αλλά ακόμη και τη διασκέδαση που θέλει ανάμεσα στα διαλείμματα ένας φοιτητής;
Πιστεύω ότι τα έχουμε όλα αυτά! Τί όμως έχουμε, δυστυχώς, επιπλέον; Έχουμε ένα κράτος με έναν προβληματικό ασυντόνιστο διοικητικό μηχανισμό. Ένα κράτος που από τη δημιουργία του, πριν δύο περίπου αιώνες, προσπαθεί ανεπιτυχώς να βαδίζει σε μια συγκεκριμένη ευθεία πορεία προόδου—αλλά συνεχώς πειραματίζεται, σχεδιάζει και τα γνωστά. Ένα κράτος που δεν συντονίσθηκε ποτέ με την πραγματικότητα, που δεν ξέρει να κάνει ένα φιλικό περιβάλλον για κάθε είδους επένδυση, ακόμη και αυτήν των σπουδών, που είναι κατά την άποψή μου η πλέον σημαντική.
Δεν έχουμε αντιληφθεί πως επένδυση με μεγάλη υπεραξία είναι όταν δέχεσαι ξένους φοιτητές στις εδώ σχολές. Γιατί είναι κυρίαρχη μια νοοτροπία, που ιδίως μετά τη μεταπολίτευση έχει επικρατήσει, ότι είναι το «απόλυτο κακό» ένα Πανεπιστήμιο να έρθει σε συνεργασία με μια μεγάλη επιχείρηση και να δεχθεί την επ’ αμοιβαία ωφελεία έρευνα και αλληλοδέσμευση ώστε να κερδίσει και η επιχείρηση από τις φρέσκιες ιδέες και ο φοιτητής να αποκτήσει εμπειρία, να έχει αυξημένη πιθανότητα να συνεργαστεί στο μέλλον ή να βρεί δουλειά στην ίδια την επιχείρηση.
Ιδέστε τα παραδείγματα των Η.Π.Α. και τής Αγγλίας! Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι είναι πρωτοπόροι στην έρευνα και στο επίπεδο σπουδών, αλλά και ότι έχουν κατορθώσει να έχει καθιερωθεί ως παγκόσμια η Αγγλική γλώσσα σαν κύρια γλώσσα συνεννόησης και συνεργασίας. Και όμως! Θα έπρεπε η φυσική διάλεκτος όλων σχεδόν των επιστημών, η ελληνική γλώσσα, να αποτελεί το εκπαιδευτικό κέντρο μάθησης για τούς φοιτητές σε παγκόσμιο επίπεδο—μην ξεχνάτε πως η Ιατρική έχει τόσες λέξεις που είναι αμιγείς ελληνικές λέξεις, αρχαίες μάλιστα ελληνικές λέξεις.
Στη χώρα μας, που παραπαίει οικονομικά και προπαντός κοινωνικά, η ανάδειξή της σε Μητρόπολη Ανθρωπιστικών Σπουδών ως Διεθνές Κέντρο Εκπαίδευσης, θα ήταν μια χρυσή ευκαιρία, αλλά και μια συνέχεια τού ιστορικού ρόλου τής πολιτισμικής αίγλης των Αθηνών και τής Ελλάδος. Όπως ακριβώς δηλαδή γινόταν στην περίοδο τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Τί έχει να κερδίσει η χώρα μας;
– Πολιτισμική προβολή.
– Διάδοση τής ελληνικής γλώσσας.
– Φιλελληνισμό των ξένων φοιτητών και κατ’ επέκταση δημιουργία ισχυρών κοινοτήτων σε ξένες χώρες, με ψυχικό δέσιμο, για την υποστήριξη των εθνικών μας σκοπών.
– Μεγάλη όμως θα είναι και η προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία, διότι θα διευρυνθούν κατακόρυφα οι εμπορικές συναλλαγές, θα αυξηθούν οι τραπεζικές καταθέσεις από την εισροή φοιτητικού συναλλάγματος, από την ενοικίαση σπιτιών, από την πιθανή αγορά κατοικιών, την ένδυση, τη σίτιση, τα βιβλία και τα σχετικά, ό,τι έχει σχέση με τις σπουδές, τον τουρισμό και την έλευση συγγενών και φίλων… Και τόσα άλλα!
Στο αξιόλογο από κάθε άποψη πόνημα τού κ. Ξυνή, όλα αυτά μελετώνται και επισημαίνονται… Στη σελίδα 89 διάβασα—παράδειγμα—τη σύγκριση τής αναλογίας ξένων φοιτητών και ντόπιων σε πολλές χώρες. Μού έκανε εντύπωση ότι στην Κύπρο οι ξένοι φοιτητές είναι σχεδόν 19% τού συνόλου, ενώ στην Ελλάδα μόνον 2,46% (στοιχεία τού 2012). Η εκπαιδευτική δηλαδή εξωστρέφεια στη χώρα μας είναι σχεδόν στο μηδέν. Τί πρέπει συνεπώς, έστω και τώρα, να κάνουμε; Μπορούμε να κάνουμε πάρα πολλά!
Από το να ξεκινήσουμε και να υπηρετήσουμε στη χώρα μας την έννοια τής αριστείας—αυτή που άρχισε να πολεμιέται—και ό,τι αυτό σημαίνει σε κάθε βαθμίδα, είτε πανεπιστημιακή, είτε στην άσκηση τής εξουσίας.
– Να επανασυνδέσουμε την έννοια τής Παιδείας με την έννοια τού μόχθου και να ξεχαστούν τα συνθήματα.
– Να γίνει ένας στρατηγικός σχεδιασμός και μια διακομματική συναίνεση επιτέλους στα θέματα τής Ανώτατης Παιδείας, σε συνάρτηση με τη ζέουσα διεθνή πραγματικότητα και οικονομία.
– Να πάψει η ιδεολογία τού κάθε πρόσκαιρου υπουργού να δημιουργεί αποκλίσεις και πισωγυρίσματα.
– Να καταλάβουμε τί σημαίνει αξιοπιστία και διαχρονικότητα επιτέλους και να πάψουμε τούς βερμπαλισμούς και τα μεγαλόπνοα σχέδια, που κάθε «τρεις και λίγο» αλλάζουν επί τα χείρω! Κουράστηκα πραγματικά να διαβάζω τίτλους εφημερίδων—από τότε πού έμαθα να διαβάζω, από τα οκτώ μου χρόνια—«Επανάσταση στην Παιδεία» ή «Αλλάζουν όλα στην Παιδεία».
Με λίγα λόγια πρέπει να σταματήσουν αυτές οι «επαναστάσεις» και αυτοί οι «επανασχεδιασμοί» από τον κάθε πολιτικό, όλων των παρατάξεων, που αναλαμβάνει την ηγεσία αυτού τού τόσο ευαίσθητου υπουργείου, που αλλάζει όλους τούς συμβούλους, φέρνει καινούργιους, αλλάζουν τα βιβλία και ούτω καθεξής.
Τότε, ίσως να κάνουμε το πρώτο βήμα για τη συντεταγμένη διείσδυση τής χώρας μας στη διεθνή εκπαίδευση, αφού έχουμε πρώτα χαράξει μια σταθερή πορεία. Τόσο απλά!
Αλλά προφανώς είναι τόσο δύσκολο να έχουμε τούς ηγέτες που αντιλαμβάνονται τις ανάγκες τής χώρας και τη διεθνή πραγματικότητα, και όχι απλούς διαχειριστές τής κομματικής εξουσίας.
Ως επίτιμος Πρόξενος τής Ολλανδίας στην Κεντρική Ελλάδα, δηλαδή στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο, έχω μείνει κατάπληκτος από τις μεθοδικές ενέργειες τής πρεσβείας μας στην προσέλκυση φοιτητών προς την Ολλανδία. Και βέβαια, συνάμα πρέπει να το πω, από τις συντονισμένες ενέργειες τής Ολλανδικής Πρεσβείας σε όλους τούς τομείς όχι μόνον τής Παιδείας, αλλά και τού εμπορίου και τού τουρισμού και άλλων.
Και θλίβομαι γιατί θυμάμαι πως την δεκαετία τού 1990 είχα την τύχη να δημιουργήσω τις τρεις μεγαλύτερες ελληνικές ιδιωτικές επενδύσεις στη Ρουμανία, στη Βουλγαρία και στην Αλβανία. Ειλικρινά σας λέω δεν γνωρίζω που είναι οι πρεσβείες μας, δεν γνώρισα ποτέ τότε κανέναν πρέσβυ, ούτε είχα την επίσκεψη κανενός εμπορικού ακολούθου, Αυτή είναι δυστυχώς η ωμή πραγματικότητα.