Προκειμένου να προαχθεί η αναλυτική σαφήνεια και αφηγηματική ροή τού κειμένου στον ιστότοπο «ΕΛΛΑΔΑ, ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ», οι παρακάτω οκτώ κανόνες εφαρμόζονται σε όλες τις επί μέρους αναρτήσεις του (ιστοσελίδες):
- Μονοτονικό. Το κείμενο είναι γραμμένο στην καθομιλουμένη Νέα Ελληνική, στο μονοτονικό σύστημα, χωρίς ακρότητες. Εντούτοις φράσεις από την κλασική γραμματεία αποδίδονται στο πολυτονικό σύστημα προς αποφυγή σύγχυσης όσον αφορά στην προφορά, ετυμολογία, ορθογραφία κ.τ.λ. (π.χ. “εὖ ζῆν” και όχι “ευ ζην”).
- Άρθρο. Το άρθρο στην αιτιατική ενικού στο αρσενικό γένος είναι πάντοτε τον (ουδέποτε το) προς αποφυγή σύγχυσης περί γένους (π.χ. τον Θεό, ουδέποτε το Θεό). Το οριστικό άρθρο τονίζεται πάντοτε όσον αφορά στους τύπους τού, τής, τούς, προς αποφυγή σύγχυσης με τις αντίστοιχες κτητικές αντωνυμίες (του, της, τους). Παρομοίως, οι αδύνατοι τύποι των προσωπικών αντωνυμιών τονίζονται πάντοτε προς αποφυγή σύγχυσης με τούς αντιστοίχους τύπους των (μη τονιζομένων) κτητικών αντωνυμιών (π.χ. εκείνα τα λάθη μας μάς δίδαξαν πολλά για τις ανεπάρκειές μας)..
- Ουσιαστικά. Η γενική πτώση τριτοκλίτων διατηρείται όταν υποδηλούται συναφής δυναμική (χωροχρονική) διαδικασία (π.χ. ρυθμός μεγεθύνσεως), ενώ συνήθως δεν διατηρείται όταν υποδηλούται στατική (στιγμιαία) έκβαση ή διαχρονικό φαινόμενο (π.χ. συντελεστής στατιστικής συσχέτισης, τής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης). Επίσης διατηρείται πάντοτε μετά από πρόθεση, επίρρημα ή δοτική πτώση (π.χ. διά βελτιώσεως, λόγω ελλείψεως, βάσει τής εξισώσεως). Ενίοτε διατηρείται και για λόγους ιστορικής συναφείας ή πολιτειακής ονοματοδοσίας (π.χ. τής πόλεως, το Υπουργείο Μεταναστεύσεως τής Αυστραλίας). Παρομοίως διατηρείται συνήθως η γενική δευτεροκλίτων ουσιαστικών ή επιθέτων (π.χ. περί τής ανεξαρτήτου μεταβλητής και όχι περί τής ανεξάρτητης μεταβλητής). Ο δε τονισμός ουσιαστικών, επιθέτων και μετοχών στη γενική πτώση με μακρά λήγουσα γίνεται με κριτήρια ευφωνίας (π.χ. τού συνόλου, ουδέποτε τού σύνολου) ή ιστορικής συναφείας και τεχνικής ορολογίας (π.χ. τού πωλυωνύμου, τού Παγκοσμίου ΑΕΠ, τού μακροχρονίου ρυθμού), αλλά όχι πάντοτε κατ’ αυστηρή εφαρμογή συναφών κανόνων τής λογίας γλώσσης, ανάλογα με την αφηγηματική ροή τού κειμένου (π.χ. αναφερόμενη ως, τού τριτοβάθμιου εκπαιδευτικού συστήματος), ειδικά μάλιστα σε περιπτώσεις που προσδίδεται ιδιαίτερη έμφαση στη λέξη, διά τονισμού της στην προπαραλήγουσα (π.χ. εκπαιδευτικής εξωστρέφειας, αλλά κτίριο Ασφαλείας Θεσσαλονίκης).
- Κεφαλαία. Επίθετα που αναφέρονται σε εθνότητα αναγράφονται με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα όταν συναρτώνται με πολιτειακή οντότητα (π.χ. “η Ρωσική Οικονομία”, αλλά “η ρωσική γλώσσα”). Επίθετα που αναφέρονται σε θρησκεία αναγράφονται πάντοτε με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα (π.χ. Χριστιανικός, Μουσουλμανικός κ.τ.λ.).
- Βοηθητικό ρήμα. Το βοηθητικό ρήμα “είμαι” διατυπώνεται πάντοτε ως “ήσαν” στο γ΄ πληθυντικό πρόσωπο στον παρελθόντα χρόνο προς αποφυγή σύγχυσης με το γ΄ ενικό πρόσωπο (“ήταν”) τού ιδίου χρόνου.
- Χρονική αύξηση. Βάσει κριτηρίων ευφωνίας και ευκρινείας, η χρονική αύξηση άλλοτε μεν διατηρείται, ειδικά στην ενεργητική φωνή (π.χ. “κατέδειξε” αντί “κατάδειξε”), ενώ άλλοτε δεν διατηρείται, ενίοτε στην παθητική φωνή (π.χ. “καταδείχθηκε”, αλλά “συνετελέσθη”). Συνήθως δεν διατηρείται όταν η μη-αύξηση συντείνει σε άμεση συνειρμική διασύνδεση τού ρήματος με το συναφές ομόρριζο ουσιαστικό (π.χ. “αναλύθηκαν” à“ανάλυση”).
- Ρηματικοί βαρβαρισμοί. Κακόηχοι βαρβαρισμοί τής Νεοελληνικής, συνήθως αποφεύγονται: π.χ. αντί των (κακοήχων) ηγούμουν, ηγούσουν, ηγούνταν, ηγούμαστε/ηγούμασταν, ηγούσαστε/ηγούσασταν, ηγούνταν/ηγούντουσαν, χρησιμοποιούνται οι αντίστοιχοι (εύηχοι) κλασικοί τύποι ηγούμην, ηγείσο, ηγείτο, ηγούμεθα, ηγείσθε, ηγούντο. Ειδικά δε στο γ΄ πρόσωπο παρατατικού, χρησιμοποιούνται συνήθως οι λόγιες καταλήξεις –ετο και –οντο (αντί των αντιστοίχων νεοελληνικών καταλήξεων –όταν και –ονταν ή –όντουσαν), συνήθως με αύξηση (π.χ. “συνεπήγοντο” αντί “συνεπάγονταν” ή “συνεπαγόντουσαν”).
- Επιρρήματα. Τα επιρρήματα λήγουν άλλοτε σε –ως και άλλοτε σε –α, ανάλογα με τις ανάγκες τού κειμένου: Ενδεικτικά, λήγουν συνήθως σε –ως προ ουσιαστικού ή επιθέτου προς αποφυγή σύγχυσης (π.χ. “ανεξαρτήτως επιδόσεων”), ενώ λήγουν συνήθως σε –α στην αρχή παραγράφου ή προτάσεως (π.χ. “Συγκεκριμένα,…”).
Δομημένη Νεοελληνική
Συγκεφαλαιωτικά, η «μεικτή» γλώσσα τού κειμένου (Νέα Ελληνική, εμπλουτισμένη με την εννοιολογική σαφήνεια και χωροχρονική ακρίβεια τής Κλασικής Ελληνικής) αποτελεί αναγνωστική γέφυρα μεταξύ τής σημερινής (καθομιλουμένης) Νεοελληνικής και τής (δομημένης) λογίας γλώσσης τής επιστημονικής βιβλιογραφίας, προς διευκόλυνση τού αναγνώστη σχετικά με τον πολυπαραγοντικό-δυναμικό (και όχι ολιγοπαραγοντικό-στατικό) τρόπο σκέπτεσθαι, για την επαρκή κατανόηση πολυδιάστατων δυναμικών φαινομένων εν εξελίξει, όπως είναι η υπερεθνική αγορά τής διεθνούς εκπαίδευσης.
ΠΗΓΗ: Σοφοκλής Ξυνής Ελλάδα, Διεθνές Κέντρο Εκπαίδευσης (Αθήνα 2016, Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος ISBN 978-960-93-8788-0) σσ. 258-259.
Δωρεάν διαθέσιμο (freely downloadable) εδώ:
https://www.academia.edu/35483934/GREECE_INTERNATIONAL_EDUCATION_HUB